Παρασκευή 27 Ιουλίου 2007

Ακριβές διακοπές

Τα κανάλια μας έχουν ζαλίσει με το κόστος των διακοπών για τον απλό Έλληνα πολίτη. Μέχρι και έναν κακομοίρογλου που πουλάει κουλούρια στο Σύνταγμα έδειξαν για να μας πείσουν. Ο δύστυχος κυρ-Γιώργης δε θα πάει πουθενά την οικογένεια φέτος γιατί πρέπει να δουλέψει, έχει δάνεια και πιστωτικές να ξεχρεώσει και δεν περισσεύει δραχμούλα για διακοπές, ούτε καν στο χωριό του.

Τον πόνεσα πραγματικά τον κυρ-Γιώργη, γιατί είναι ηλίθιος και οι ηλίθιοι δεν πάνε μπροστά στον τόπο μας, εκτός αν είναι αρχηγοί κομμάτων ή υπουργοί, και αυτός δεν είναι ούτε το ένα ούτε το άλλο. Προσεύχομαι να του πει κάποιος ότι όταν δε βγάζεις πολλά λεφτά δεν παίρνεις δάνεια και εύχομαι να πιάσουν αυτούς που του χορήγησαν πιστωτική κάρτα ενώ δεν έχει το εισόδημα που χρειάζεται για την απόκτησή της.

Έκανα πέτρα την καρδιά μου και έπνιξα τον πόνο μου όταν ήρθε η μαμά και η γιαγιά μου. Τρεις γενιές ίδιων γυναικών (έχουμε πάρει η μία από την άλλη) να βασανίζουν τον ίδιο δύστυχο άντρα. Για να τον ανακουφίσω λίγο, τις πήρα και πλακωθήκαμε στις βόλτες. Πήγαμε στην Αλμυρίδα για φαγητό, για ψαράκι. Πήγαμε σε ένα μαγαζί πάνω στην παραλία, σαν αυτά που φωνάζουν τα κανάλια ότι για να πληρώσεις πρέπει να πουλήσεις ένα νεφρό. Φάγαμε, ήπιαμε και μετά πληρώσαμε 26 ευρώ για τη μεσημεριανή κραιπάλη μας. Στο γυρισμό σταματήσαμε και στις Καλύβες να πιούμε ένα καφεδάκι στην πλατεία. Πληρώσαμε 5 ευρώ για 3 καφέδες και πήγαμε σπίτι να πλακωθούμε στον ύπνο.

Την επόμενη μέρα πήγαμε στο παλιό λιμάνι στα Χανιά, ξανά για φαγητό (δε χορταίνουμε οι άτιμες!). Πήραμε τη βαρκούλα και περάσαμε στο Fortezza. Φάγαμε και πάλι ψαράκι, ξιφία, χταπόδι, ήπιαμε τα ουζάκια μας και πληρώσαμε 50 ευρώ.

Την άλλη μέρα τις φόρτωσα στο αυτοκίνητο και αλωνίσαμε την κεντρική Κρήτη. Πήγαμε στην Κνωσσό (6 ευρώ η είσοδος), στο Ενυδρείο (3 ευρώ η είσοδος, και η γιαγιά δεν πλήρωσε γιατί είναι ΑΜΕΑ, δε βλέπει καλά), γυρίσαμε όλα τα χωριά, φάγαμε παγωτό στην Πυργού (2,40 ευρώ τα 2 παγωτά) και ήπιαμε καφέ στην Αγία Βαρβάρα. Έναν καταπληκτικό freddo. Δύο freddo και ο ελληνικός της γιαγιάς μάς κόστισαν 4 ευρώ. Το μόνο που είχε μείνει ήταν να κάνουμε και μια βουτιά στην Αγία Γαλήνη που αναφέρεται σε όλους τους τουριστικούς οδηγούς. Πήραμε ξαπλώστρες και ομπρέλα, αφήσαμε τη γιαγιά να τρώει την πλούσια φρουτοσαλάτα της με 5 διαφορετικά φρούτα κι εμείς κάναμε απλωτές για να ξεπιαστούμε. Πληρώσαμε 4 ευρώ, όσο έκανε η σαλάτα δηλαδή γιατί η ομπρέλα και οι ξαπλώστρες ήταν δωρεάν. Στο γυρισμό είχαμε κορακιάσει από τον ήλιο και όπου βρίσκαμε περίπτερο σταματούσαμε για νερό. Δίναμε 30 ή 50 λεπτά για κάθε μπουκαλάκι, αναλόγως αν ήταν 500ml ή 750.

Τώρα, 3 μέρες μετά, με 500 χιλιόμετρα βόλτες στην πλάτη και κατά 100 ευρώ φτωχότερες αναρωτιόμαστε: Πού είναι οι ακριβές διακοπές; Σε ποια μέρη πήγαν τα κανάλια και βρήκαν τόση ακρίβεια; Γιατί εμείς γίναμε ρεζίλι ψάχνοντας κέρματα (θα ήταν άκαρδο να δώσουμε 50άρικο) για να πληρώσουμε τον καφέ...

Μήπως πήγαν στην Ελούντα που το δωμάτιο κοστίζει 4.500 ευρώ τη βραδιά; Γιατί εγώ έκλεισα στην Ιεράπετρα με 45 (αρχική τιμή) και μου έκαναν και έκπτωση επειδή δεν τρώω πρωινό. Μήπως η καλοκαιρινή περίοδος είναι νεκρή από ειδήσεις (αν εξαιρέσουμε τις φωτιές) και έπρεπε να βρουν κάτι που θα κρατήσει τον θεατή καθηλωμένο στο κανάλι τους; Και ο θεατής βλέπει τηλεόραση με το ένα μάτι, με το άλλο κοιτάει τα βατραχοπέδιλα που εξέχουν από τη βαλίτσα. Κι ο ίδιος Έλληνας θεατής έχει ξεχάσει εδώ και καιρό να χρησιμοποιεί εκείνο το μικρό αλλά θαυματουργό όργανο που λέγεται εγκέφαλος και έχει μάθει να τα δέχεται όλα χωρίς σκέψη, χωρίς να κρίνει και χωρίς να νοιάζεται. "Πανάκριβες της λένε τις διακοπές; Πανάκριβες θα είναι. Ας αδειάζω λοιπόν τη βαλίτσα, θα κάτσω σπίτι φέτος και με την πρώτη ευκαιρία θα βγω κι εγώ στα κανάλια να κλαίω τη μοίρα μου που δεν έχω λεφτά να πάω τα παιδιά σε μια παραλία".

Πάρτε τους δρόμους και τις παραλίες. Είναι αποδεδειγμένο, το οξυγόνο και ο αέρας της θάλασσας βάζουν πάλι σε λειτουργία τον εγκέφαλο. Χρησιμοποιήστε τον γιατί αλλιώς θα φύγει από το κεφάλι σας για πάντα. Και αν τα βρείτε ακριβά είναι γιατί σας έπιασαν κορόιδο οι 5-10 εξυπνάκηδες Ελληναράδες που καθορίζουν την εικόνα της χώρας μας και επισκιάζουν τους υπόλοιπους 9.999.990 σωστούς επαγγελματίες.

Σάββατο 21 Ιουλίου 2007

ΟΤΕ, μια εσωτερική πάλη με το καλό, το κακό και το παράλογο

Μέχρι πριν από 6 μήνες έμενα στην Καστοριά. Είχα τηλέφωνο εκεί και DSL. Connex βέβαια αλλά και αυτό πολύ μου ήταν μιας και ο υπέροχος κόσμος της ευρυζωνικότητας έγινε γνωστός σε εκείνα τα μέρη μόλις το 2006. Όταν ήρθε η ώρα να φύγω από εκεί, το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να καταργήσω τη γραμμή και μαζί το DSL. Μετά άρχισε η παράνοια...

Έκανα αίτηση για καινούρια γραμμή στο καινούριο μου σπίτι. Ο εξυπηρετικός -τρομάρα του- υπάλληλος με ενημέρωσε ότι οι καταργήσεις της παλιάς γραμμής είχαν ολοκληρωθεί και, για μεγάλη μου χαρά, μπορούσα μαζί με τη γραμμή να ζητήσω και DSL για να μη χάνω χρόνο. Θα περίμενα μόλις 4 εβδομάδες για τη σύνδεση.

Διανύοντας την 5η εβδομάδα αγωνιώδους αναμονής, είπα να περάσω από το υποκατάστημα να δω τι συμβαίνει. Με είχαν άραγε ξεχάσει; Στο γκισέ ήταν ένας ελεεινός άπλυτος μαλλιάς. Έγραψε ένα τηλέφωνο στο πίσω μέρος ενός διαφημιστικού φυλλαδίου, έσκισε το κομμάτι που έγραφε τον αριθμό και μου το πέταξε στα μούτρα ενώ είχε ήδη γυρίσει το κεφάλι προς τον επόμενο πελάτη. Ίσα και μετά βίας πρόλαβα να ακούσω ένα μασημένο "πάρε εδώ τηλέφωνο να μάθεις. Δεν ξέρουμε εμείς".

Μετά από αλλεπάλληλες κλήσεις για δύο ολόκληρες μέρες, κάποιος εδέησε να σηκώσει το τηλέφωνο. Με την ίδια αγένεια (μιλώντας μου στον ενικό και χωρίς την παραμικρή διάθεση να με κάνει να καταλάβω τι εννοούσε) μου πέταξε ένα ξερό "δεν έχουμε δίκτυο". Δεν το έβαλα κάτω. Ήμουν αποφασισμένη να καταλάβω και ρώτησα "Δεν υπάρχει διαθέσιμη γραμμή ή δε φτάνουν τα καλώδια ως το σπίτι μου;". Η απάντηση ήταν ομοίως κατατοπιστική. "Δεν ξέρω". Η επιμονή είναι το ίδιο ενάρετη με την υπομονή, κι έτσι συνέχισα να τον κουράζω με ερωτήσεις "Και πότε πιστεύετε ότι θα υπάρχει δίκτυο;". Και τότε ο αγενής βαριεστημένος υπάλληλος κατάφερε να με αποστομώσει "Μπορεί αύριο, μπορεί σε 2 χρόνια. Πού να ξέρω εγώ".

Κατάπια την ποδοπατημένη μου περηφάνια, τον ευχαρίστησα -γιατί εγώ και μπορώ και είμαι ευγενική-, έκλεισα το τηλέφωνο και σκούπισα το δάκρυ που κύλησε στο μάγουλο. Έτσι ήταν γραφτό λοιπόν. Εγώ που έφυγα από την Καστοριά γιατί τη θεωρούσα ξεχασμένη από το Θεό, που περίμενα τη μετακόμιση στα Χανιά όπως περιμένουν τα παιδάκια τον Άη-Βασίλη, εγώ που έβαλα 512 όταν όλοι είχαν 384, εγώ λοιπόν θα καταδικαζόμουν να μην έχω καν τηλέφωνο;

Δεν το έβαλα κάτω. Είπα θα το παλέψω και το έκανα. Επικοινώνησα με κάθε εταιρία σταθερής τηλεφωνίας που έχει ιδιόκτητη δίκτυο, ρωτούσα εναγωνίως αν θα βάλουν κι εδώ στα Χανιά. Η απάντηση ήταν η ίδια αν και διατυπωμένη με διαφορετικές λέξεις κάθε φορά "Την επαρχία την έχουμε χεσμένη. Πάλι καλά να λέτε που βάλαμε δίκτυο στη Θεσσαλονίκη". Και τότε το έβαλα κάτω, κατέθεσα τα όπλα. Σταμάτησα τα τηλέφωνα, ξεπέρασα αργά και βασανιστικά τα στερητικά σύνδρομα και άρχισα να μετράω τις μέρες μέχρι να μετακομίσω ξανά.

Και τότε ήρθε εκείνη η Παρασκευή, ήταν 6 Ιουλίου θυμάμαι, μόλις 3 μέρες που είχα κλείσει τα 30. Το θυμάμαι σαν τώρα, ήμουν χυμένη στον καναπέ, η τηλεόραση δεν είχε τίποτα της προκοπής και το τηλέφωνο άρχισε να χτυπά. Το νούμερο ήταν άγνωστο, τοπικό. Σκέφτηκα να μην μπω στον κόπο καν να απαντήσω αλλά μια αόρατη δύναμη με έσπρωξε μέχρι το τηλέφωνο. Ήταν από τον ΟΤΕ. "Θα είστε αύριο σπίτι να σας συνδέσουμε το τηλέφωνο;". Αν θα είμαι λέει! Θα σηκωθώ χαράματα, θα σφάξω αρνιά, θα ανοίξω το βαρέλι το κρασί που κρατάω για το γάμο μου και θα σας περιμένω.

Και ήρθαν, το γαλάζιο χιλιοτρακαρισμένο φορτηγάκι του ΟΤΕ είχε παρκάρει κάτω από το σπίτι μου. Δεν άντεχα την ευτυχία μου, τα σπαστά ελληνικά του βρώμικου αλβανού εργάτη ήταν μελωδία στα αυτιά μου. Η ιδρωμένη τριχωτή κοιλιά που πάλευε να απελευθερωθεί από τη μπλούζα του αφεντικού ήταν ό,τι πιο όμορφο είχα δει. Υπέγραψα τα χαρτιά της σύνδεσης, γέμισα την κόλλα με καρδούλες και φιλάκια και ρώτησα με συγκρατημένη ευτυχία "το DSL;". "Σε 10 μέρες" μου είπε ο τριχωτός Άδωνις και έλιωσα.

Και τότε, ξαφνικά, μαύρα φίδια με έζωσαν. Οι αμφιβολίες μου τριβέλιζαν το μυαλό. Και πρόδωσα τον τριχωτό μου έρωτα και πήρα τηλέφωνο στο 134. "Λυπάμαι, δεν έχετε κάνει αίτηση για DSL". Ήμουν τόσο κοντά στην ευτυχία και όμως συνέχιζε να μου διαφεύγει. Αποφάσισα να το παλέψω, κι αυτή τη φορά δε θα έβγαινα χαμένη, θα έκανα αίτηση ξανά. Και ξανά. Μέχρι να μου βάλουν DSL ή να πεθάνω.

Η υπάλληλος ήταν ευγενική, αλλά εγώ δε μασούσα, είχα ένα στόχο και μόνο αυτόν, να αποκτήσω την πολυπόθητη σύνδεση. Μου έδωσε παράταση 12 ημέρες. Τόσο θα έκανε να ενεργοποιηθεί. Προσπάθησε να με καλοπιάσει με δωρεάν ασύρματο modem, μέχρι και σε κλήρωση για διακοπές με έβαλε. Εγώ απτόητη, ασυγκίνητη, ένας βράχος. Στις 11 μέρες, μόλις σήμερα, τους πήρα πάλι τηλέφωνο. Ένα από τα πολλά τηλεφωνήματα που μου επεφύλασσε η μοίρα. Έμαθα ότι η σύνδεση είχε πραγματοποιηθεί, θα περίμενα μόλις μέχρι τη Δευτέρα να παραλάβω τους κωδικούς μου και το ευτελές δωράκι τους. Σε μία τελευταία προσπάθεια να με καλοπιάσει και πάλι, η υπάλληλος μου πρότεινε να δοκιμάσω να μπω με κάποιον προσωρινό κωδικό. Δεν είχα κανένα και σε μια στιγμή τρέλας έβαλα τον παλιό μου. Από το γραμμή στην Καστοριά. Και συνδέθηκα... Δεν ήταν πλασματικό, δεν είχα παραισθήσεις, είχα μπει με τους κωδικούς της καταργημένης σύνδεσης.

Τα μαύρα φίδια έγιναν δράκοι, τέρατα της Κολάσεως. Τρόμος με έπιασε καθώς έβλεπα μπροστά μου σαν σε όραμα λογαριασμούς 5 μηνών, προσαυξημένους με εκατοντάδες ευρώ πρόστιμα και τόκους υπερημερίας να στοιβάζονται κάτω από την πόρτα του παλιού μου διαμερίσματος. Πήρα τηλέφωνο στο 134, δεν ήξεραν τι γίνεται, έπρεπε να πάρω στην otenet. Πήρα στην otenet και μου είπαν ότι ήταν όντως κομμένο, αλλά δεν ήξεραν γιατί λειτουργούσαν οι κωδικοί. Ζήτησαν ένα fax από τον ΟΤΕ που να αποδεικνύει την αίτηση διακοπής. Ξαναπήρα στο 134, συνέχιζαν να μη μπορούν να κάνουν κάτι. Έπρεπε να περάσω από το υποκατάστημα για να λυθεί το θέμα και στο μυαλό μου έβλεπα όλο το σκετσάκι του Χάρρυ Κλινν για τη γραφειοκρατία, και στα αυτιά μου αντηχούσε η τελευταία ατάκα του σκετς "Εμετό κάνατε; Όχι; Κάντε εμετό και ελάτε πάλι".

Εκείνη ακριβώς τη στιγμή πήρα μια τολμηρή απόφαση. Ναι, θα τα αψηφούσα όλα, θα έμπαινα στο Internet με τους παλιούς καταργημένους κωδικούς. Θα το ρίσκαρα κι ας πλήρωνα αναδρομικά 5 μήνες καταργημένης σύνδεσης. Θα τα έπαιζα όλα για όλα.

14 ώρες μετά, είμαι ακόμα ζωντανή, συνδεδεμένη στο Internet και η ζωή δείχνει ωραία. Κέρδισα τη μάχη. Τα έβαλα με τον ΟΤΕ και επέζησα.

Τρίτη 17 Ιουλίου 2007

Οικολογία...

Πάντα με ενδιέφερε το Περιβάλλον και η επιβίωσή του. Πάντα ήθελα να κάνω κάτι, αλλά ποτέ δεν ήξερα τι. Ξεκίνησα πολλές φορές να μαζέψω τα ανακυκλώσιμα σκουπίδια μου, αλλά δεν έβρισκα πού να τα δώσω κι έτσι κατέληγα να πετάω στους συμβατικούς κάδους σακούλες γεμάτες κουτάκια αλουμινίου ή χαρτιά. Μετά θέλησα να απαλλάξω την ατμόσφαιρα από τους ρύπους του αυτοκινήτου μου. Έκανα φιλότιμες προσπάθειες, ειλικρινά. Αλλά όταν είδα ότι ήθελα πάνω από 1 ώρα για να πάω στην πλατεία για καφέ… υπερίσχυσε η ανάγκη να σώσω τον ελεύθερο χρόνο μου. Και ξαναπήρα το αυτοκίνητο.

Ψάχνω λοιπόν τρόπους, εγώ ο καθημερινός πολίτης, να σώσω τη Γη που εκπέμπει SOS. Διώχνω τις κατσαρίδες από το σπίτι μου με φλούδες από αγγούρι, τα μυρμήγκια με ξύδι και τα άλατα από τα πλακάκια με λεμόνι. Απολυμαίνω τα κουζινικά μου με ξύδι και σόδα, χρησιμοποιώ τη χλωρίνη σε μικρές δόσεις και το πολύ μία φορά την εβδομάδα. Στην παραλία έχω μαζί μου ένα πλαστικό μπουκαλάκι με νερό και πετώ εκεί μέσα τα τσιγάρα μου. Ανάβω το κλιματιστικό μόνο όταν δεν αντέχω άλλο τη ζέστη, και τότε δεν πέφτει κάτω από τους 26 βαθμούς. Μερικές φορές ούτε κάτω από τους 29. Σβήνω τη μηχανή του αυτοκινήτου όταν περιμένω τις φίλες μου, δεν πετάω σκουπιδάκια στο δρόμο, χρησιμοποιώ γυάλινα σκεύη και όχι μίας χρήσης, ανακυκλώνω συσκευασίες με υπέρμετρο ζήλο. Ε και; Τι άλλαξε; Τι έσωσα εκτός από τη συνείδησή μου;

Διάβασα με ενδιαφέρον τις προτροπές του WWF για ακόμα πιο οικολογική συμπεριφορά. Πρότειναν να μη χρησιμοποιούμε το αεροπλάνο. Πώς να πάρω μια τέτοια απόφαση όταν το πλοίο της γραμμής κάνει 9 ώρες, είναι μόνο βραδινό και η απλή 4κλινη καμπίνα μου κοστίζει 130 ευρώ; Κι άντε πες, να τα δώσω τα 30 παραπάνω ευρώ, σιγά το ποσό αν είναι να έχει αέρα να αναπνεύσει το αγέννητο παιδί μου. Πώς θα πάω σπίτι μου από το λιμάνι στις 6 το πρωί; Δεν έχει συγκοινωνία τέτοια ώρα, για να μην πω πόσο κουρασμένη είμαι ήδη για να βρω το κουράγιο να κάνω άλλη μία ώρα ταξίδι. Να πάρω ταξί; Άλλα 20 ευρώ συν τους ρύπους;

Πρότειναν να κλείνουμε τις συσκευές από το Power και όχι μόνο από το τηλεκοντρόλ. Να το κάνω κι αυτό. Να στερηθώ την άνεση να ανοίγω την τηλεόραση ξάπλα στον καναπέ, ας κάνω 5 βήματα. Είναι και γυμναστική αν θελήσεις να το δεις αισιόδοξα. Και τα καταστήματα που έχουν αναμμένες τις βιτρίνες μέχρι το πρωί τι να τα κάνω; Να πάρω σφεντόνα και να σπάω λάμπες;

Έτσι λοιπόν, αποφάσισα να σώσω τη συνείδησή μου. Δίνω για ανακύκλωση τις συσκευασίες, ακόμα και τα πακέτα των τσιγάρων. Παρόλο που διάβασα ότι το 30% πετιέται στις χωματερές από τις εταιρίες ανακύκλωσης είτε γιατί δεν έχουν τι να τα κάνουν είτε γιατί είναι τόσο μικρά που δεν μπορεί να τα πιάσει ο ιμάντας μεταφοράς. Εγώ σας τα έδωσα, εσείς κόψτε το λαιμό σας. Σβήνω τη μηχανή του αυτοκινήτου μου όταν περιμένω και εισπνέω τα καυσαέρια του λεωφορείου που θα ξεκινήσει σε 10 λεπτά αλλά ο οδηγός το έβαλε μπρος από τώρα για να λειτουργεί το κλιματιστικό. Δεν είναι όμως τα δικά μου καυσαέρια. Και όταν με το καλό αποκτήσω κι εγώ παιδάκια και με ρωτάνε «Μαμά, όταν ήσουν μικρή ήξερες τι θα πει αλλεργίες και άσθμα;» θα τους απαντάω «Όχι καρδούλα μου, αλλά η μανούλα φρόντισε ώστε 1 από τις 10.000 ανασούλες που παίρνεις τη μέρα να είναι λίγο πιο εύκολη».


Κυριακή 15 Ιουλίου 2007

Μόνη σε διπλό κρεβάτι, δε μπορώ να κλείσω μάτι

Και δε φταίει ούτε ότι ο άντρας μου βρίσκεται στην άλλη άκρη της Ελλάδας, ούτε ότι ξέχασε να με πάρει τηλέφωνο για καληνύχτα. Έχω ξεπεράσει πια τα μικρά, ανιαρά προβλήματα των φρεσκοερωτευμένων. Η αϋπνία μου έχει άλλα αίτια, βαθύτερα και ίσως πιο πεζά. Με κρατάνε ξύπνια τα σκυλιά της γειτονιάς, ένα κακό κουνούπι και η ζέστη. Τρία καθημερινά, συνηθισμένα προβλήματα που αν συνδυαστούν κατάλληλα μπορούν να τρελάνουν ακόμα και τον πιο δυνατό χαρακτήρα.
Η νύχτα μου ξεκίνησε όμορφα. Γλάρωσα μπροστά στην τηλεόραση, φύσαγε κι ένα δροσερό αεράκι κι είπα να επιβιβαστώ στο λεωφορείο για τη χώρα του Μορφέα. Και μετά όλα χάλασαν...
Πρώτο εμφανίστηκε το κουνούπι. Είμαι μεγαλόψυχη με τα κουνούπια, τα αφήνω να ζήσουν. Δε βάζω ταμπλέτες, δεν ψεκάζω, βασίζομαι στην ανταπόδοση της χάρης: αν αποφασίσουν να με επισκεφτούν, ας φάνε, ας φάνε κι επιδόρπιο και μετά να με αφήσουν ήσυχη. Αλλά ποτέ δεν το κάνουν. Τρώνε ασταμάτητα, τσιμπάνε παντού όλη νύχτα, μέχρι να σηκωθώ γεμάτη αγανάκτηση και να αρχίσω να τα κυνηγώ ανελέητα σε όλο το σπίτι. Ακόμα και τότε όμως με εκδικούνται γεμίζοντας τους τοίχους μου με αίμα.
Είναι πραγματικά μυστήριο πόσο αίμα μπορεί να πιει ένα τόσο δα κουνούπι. Θα περίμενε κανείς, σύμφωνα με το μέγεθός τους, ότι το στομάχι τους θα ήταν κάποια υποδιαίρεση του χιλιοστού. Ότι με ένα, άντε δύο τσιμπήματα θα χόρταιναν. Κι όμως, αυτά μπορούν μια νύχτα ολόκληρη να κάνουν γλέντι τρικούβερτο στο κορμί σου, χωρίς ποτέ να χορταίνουν. Έχουν τόσο καλό μεταβολισμό; Είναι το πέταγμα που καίει τόσες θερμίδες; Κι αυτή η φαγούρα, είναι απαραίτητη; Τι νόημα ύπαρξης έχει;
Η φαγούρα αυτή ήταν που άρχισε να χαλάει τον πολλά υποσχόμενο ύπνο μου. Είναι δύσκολο να τρέχεις να προλάβεις το λεωφορείο του Μορφέα όταν ξύνεις με μανία το αριστερό σου χέρι. Αλλά εγώ το πάλευα. Έτρεχα με όλες μου τις δυνάμεις, μέχρι που άκουσα τα σκυλιά. Τότε ήταν που το είδα να στρίβει στη γωνία και να χάνεται στον ορίζοντα.
Τα σκυλιά είναι μια πονεμένη ιστορία στη γειτονιά μου. Κάθε σπίτι έχει τουλάχιστον ένα. Όλη τη μέρα είναι ήσυχα, σχεδόν ξεχνάς ότι υπάρχουν. Μέχρι να πέσει η νύχτα. Τότε πάντα κάποιο από αυτά θα γαβγίσει, οι λόγοι άγνωστοι. Αυτό που είναι όμως γνωστό είναι ότι όλα τα υπόλοιπα θα απαντήσουν και πνιχτά, τσιριχτά ή παράφωνα γαβγίσματα θα αρχίσουν να ξεφυτρώνουν από παντού, όπως τα αστέρια στον ουρανό. Και κάθε ένα από αυτά τα σκυλιά θα θεωρήσει καθήκον του να απαντήσει σε κάθε ένα γάβγισμα με άλλο ένα. Και η ηχητική παραφωνία θα συνεχιστεί μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες, όταν πλέον αποκαμωμένα και λαχανιασμένα θα έχουν πετύχει το σκοπό τους, θα σου έχουν χαλάσει ανεπιστρεπτί τον ύπνο σου.
Η ζέστη είναι το μόνο από τα τρία νυχτερινά μου προβλήματα που δέχομαι χωρίς ενστάσεις. Λίγο το καλοκαίρι, λίγο το φαινόμενο του θερμοκηπίου, το ελ νίνιο και ο πλανήτης που εκπέμπει SOS και το παίρνεις απόφαση ότι θα κάνεις και φέτος ένα παρατεταμένο σκωτσέζικο ντους: 3 μήνες καυτό, 3 μήνες παγωμένο.
Πάω να κάνω άλλη μία προσπάθεια, να ξαπλώσω με τον ανεμιστήρα, την παντόφλα στο χέρι και να ονειρευτώ ότι έχω ένα τεράστιο αεροβόλο και πετυχαίνω (παρόλο το σκοτάδι) ένα-ένα όλα τα σκυλιά της γειτονιάς. Όνειρα γλυκά μου...

Παρασκευή 13 Ιουλίου 2007

Το μετάξι, το ξύδι και το γιαούρτι

Έχω ένα σαμπουάν που περιέχει υγρό μετάξι. Μια φίλη μου λούζεται με εκχύλισμα κασμίρ και κάποια άλλη σαπουνίζει το δέρμα της μόνο με πρωτεΐνες γιαουρτιού. Κι αναρωτιέμαι: πόσο χαζές πρέπει να είμαστε για να πιστέψουμε ότι περιέχουν όντως αυτά τα συστατικά;

Πώς δηλαδή υγροποιείται το μετάξι; Έχω ένα μεταξωτό πουκάμισο που δεν το φοράω πια. Να το βάλω στο μίξερ με λίγο σαμπουάν; Έχω κι ένα ζακετάκι από γνήσιο κασμίρ. Να το βράσω και να βάλω το ζουμί στα μαλλιά μου μετά το λούσιμο; Για να μη μιλήσω για τα γιαούρτια. Έχω το ψυγείο γεμάτο. 2% λιπαρά, πλήρη λιπαρά, ζωντανό, με φρούτα και στραγγιστό. Ποιο είναι το καλύτερο; Μάλλον αυτό με τα φρούτα, να πάρω καμιά βιταμίνη.

Σοβαρά τώρα, τι είναι το υγρό μετάξι; Εγώ ήξερα ότι το γνωστό πολύτιμο σκουληκάκι με το όνομα μεταξοσκώληκας φτιάχνει ένα κουκούλι πριν γίνει πεταλούδα ή τι άλλο γίνεται. Και αυτό το κουκούλι με κατάλληλη επεξεργασία γίνεται μετάξι. Αλλά δεν είναι υγρό. Μήπως παίρνουν απευθείας το υγρό από τον πωπούλι του σκώληκα; Μήπως έχουν σε κάποιο υπόγειο απομακρυσμένο εργαστήριο αδένες μεταξοσκώληκα και με κάποιο τεχνολογικό θαύμα τον κάνουν να βγάζει το πολύτιμο υγρό μετάξι; Έχει εξελιχθεί τόσο πολύ λοιπόν η τεχνολογία των σαμπουάν αλλά στην Αφρική συνεχίζουν να πεθαίνουν από ευτελείς αρρώστειες όπως η ελονοσία…

Κι αν έχουν φτάσει λοιπόν σε τέτοιο επίπεδο, γιατί δεν είδαμε ακόμα σκοινί απλώματος με γνήσιο ιστό αράχνης; Είναι ανθεκτικός, ολόκληρη μύγα πιάνει και δε μπορεί να φύγει όσο κι αν χτυπιέται. Γιατί μας αφήνουν να χρησιμοποιούμε το απλό, φτωχικό πλαστικό σκοινί με σύρμα; Γιατί δε φτιάχνουν σαμπουάν με εκχύλισμα σαλαμάνδρας για να μακραίνουν τα μαλλιά μας πιο γρήγορα; Ολόκληρο πόδι ξαναφυτρώνει στο ερπετό, δε θα μπορεί να κάνει και τα μαλλιά να μακραίνουν 5 πόντους παραπάνω;

Εγώ ήξερα ότι το γιαούρτι είναι διουρητικό, έχει εκείνο το χρήσιμο μύκητα που προστατεύει το εντεράκι μας όταν παίρνουμε αντιβίωση κι ότι παίρνει την κοκκινίλα στα εγκαύματα από τον ήλιο. Αντί όμως να φτιάξουν αντιβίωση με εκχύλισμα γιαουρτιού ή after-sun με γιαούρτι, πήγαν κι έφτιαξαν αφρόλουτρο…

Το άλλο; Απορρυπαντικό για τα πιάτα με «ξύδι action». Τι σημαίνει «ξύδι action»; Αυτό που έκανα χρόνια τώρα οι νοικοκυρές, λίγο ξύδι στο σφουγγάρι για να φεύγουν οι μυρωδιές. Και τώρα μας το παρουσιάζουν σαν άλλο ένα θαυματουργό επίτευγμα της τεχνολογίας. Αλλά προσοχή, δεν περιέχει απλό ξυδάκι, περιέχει «ξύδι action». Δηλαδή κάποιος επιστήμονας πέρασε μήνες, ίσως και χρόνια σε κάποιο ανήλιαγο εργαστήριο μέχρι να καταφέρει να απομονώσει το συστατικό εκείνο που εξαφανίζει τη μυρωδιά του ψαριού. Και μας το προσφέρει αυτός ο φιλάνθρωπος επιστήμων σε προσιτή τιμή. Ευτυχώς δεν είναι ο μόνος. Δεκάδες συνάδελφοί του δουλεύουν νυχθημερόν για να αποστάξουν το κασμίρ, να υγροποιήσουν το μετάξι και να βγάλουν από τη μύγα ξίγκι. Μόλις πρόσφατα η επιστημονική κοινότητα γιόρτασε άλλο ένα μεγάλο επίτευγμα: το καθαριστικό για πλυντήρια πιάτων. Ναι, ακριβώς. Το πλυντήριό σας φίλες νοικοκυρές δεν πλένεται από το απορρυπαντικό για τα πιάτα. Όχι. Αυτό πλένει μόνο τα πιάτα. Όλες οι βρωμιές, το ψάρι, το αυγό και τα λάδια μένουν μέσα στο πλυντήριο. Και αφού το βάλετε μία φορά να λειτουργήσει για να σας καθαρίσει τα πιατικά, μετά πρέπει να το βάλετε να πλυθεί μόνο του με το ειδικό, αποκλειστικά δικό του καθαριστικό. Δηλαδή αν εγώ βάλω σαπούνι στα χέρια μου για να πλύνω το πρόσωπό μου, μετά πρέπει να τα πλύνω με άλλο σαπούνι για να καθαρίσουν από τις βρωμιές που αυτό άφησε πάνω τους.

Κι έτσι, τα ράφια των Super Market έγιναν διάδρομοι για να χωρούν όλα τα διαφορετικά προϊόντα και τα Mini Market έγιναν πολυκαταστήματα για να χωρούν τους διαδρόμους και μια απλή ημίωρη εκπομπή κρατάει 60 λεπτά για να έχει αρκετά διαλείμματα να προλάβουν να διαφημιστούν όλα τα προϊόντα και η ζωή μας έγινε τόσο περίπλοκη που ακόμα και τα καθημερινά ψώνια πρέπει να γίνονται μετά από προσεκτική μελέτη και πάντα ακολουθώντας τις συμβουλές του αρμόδιου επιστήμονα. Κι όταν σε ρωτάνε τι κάνεις στον ελεύθερο χρόνο σου, τους κοιτάς εξαγριωμένα «Πού να βρω ελεύθερο χρόνο; Πρέπει να διαβάσω, να μάθω, να ενημερωθώ για το μετάξι, το ξύδι και το γιαούρτι».

Τετάρτη 11 Ιουλίου 2007

Χαιρετισμός

Όταν η σχέση σου με το internet χάνεται πίσω στο χρόνο, τόσο παλιά που η ταχύτητα σύνδεσης των 32kbps ήταν καλή και το DSL ήταν πανάκριβο, το να βρίσκεσαι 5 μήνες χωρίς καν τηλέφωνο είναι ένα μικρό δράμα. Αλλά, ως γνωστόν, ό,τι δε σε σκοτώνει σε κάνει πιο δυνατό. Έτσι κι εγώ, κατάφερα και βγήκα αλώβητη από αυτή τη δοκιμασία του κρατικού Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών και βρίσκομαι μπροστά στις οθόνες σας για να σας μεταβιβάσω τις σκέψεις μου, τα σχόλιά μου και κάποιες φορές μόνο για να εκφράσω το παιδικό μου απωθημένο που πάντα ήθελα να γίνω συγγραφέας αλλά ποτέ δεν κατάφερα να γράψω κάτι που να ξεπερνά τις 3 σελίδες.

Ελπίζω να μπορέσω να σας κρατήσω συντροφιά τις ώρες που περιφέρεστε στο internet ψάχνοντας κάτι που θα μπορούσε να σας κρατήσει ξύπνιους μέχρι να κατεβεί το DivX.